λογάριθμο

λογάριθμο
logaritma, ters üstel

Ελληνικό – Τουρκικό Λεξικό. 2010.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • αίσθηση — Φαινόμενο χάρη στο οποίο ο άνθρωπος και τα ζώα αντιλαμβάνονται αυτά που συμβαίνουν στο εσωτερικό του οργανισμού τους ή στο εξωτερικό περιβάλλον, διαμέσου γνωρισμάτων κατάλληλων για τη λήψη διαφόρων ερεθισμάτων και χάρη στις γενικές ιδιότητες της… …   Dictionary of Greek

  • ακουστότητα — Χαρακτηριστικό γνώρισμα κάθε ήχου, με το οποίο, καθαρά υποκειμενικά, διαφοροποιείται ο ισχυρός από τον ασθενή ήχο. Η α. συνδέεται με την ένταση του ήχου Ι και την ελάχιστη αντιληπτή ένταση Ιο (κατώφλι α.) με τον τύπο: Α = log (Ι/Ιο). Ο τύπος… …   Dictionary of Greek

  • εντροπία — Θερμοδυναμικό μέγεθος. Μεταφράζει σε μαθηματική μορφή τις συνέπειες του δεύτερου θερμοδυναμικού αξιώματος, σύμφωνα με το οποίο η ολοκληρωτική μετατροπή της θερμότητας σε μηχανικό έργο είναι αδύνατη. Από τις πρώτες εμπειρικές γνώσεις, βασισμένες… …   Dictionary of Greek

  • εξίσωση — Κάθε προτασιακός τύπος της μορφής φ(x) = ψ(x), όπου φ και ψ συμβολίζουν συναρτήσεις της αυτής μεταβλητής x, ενώ οι τιμές τους ανήκουν στο ίδιο σύνολο, έστω Σ. Το σύμβολο x ονομάζεται: ο άγνωστος της ε. Αν Ε είναι το σύνολο που διατρέχει η… …   Dictionary of Greek

  • συλλογάριθμος — ο, Ν μαθ. αριθμός ο οποίος, αν προστεθεί στον λογάριθμο ενός αριθμού, δίνει ως άθροισμα το μηδέν …   Dictionary of Greek

  • Φέχνερ, Γκούσταφ Τέοντορ — (Fechner, Γκρος Ζέρχεν, Κάτω Λουσατία 1801 – Λιψία 1887). Γερμανός ψυχολόγος, φυσικός και φιλόσοφος. Αφού πήρε δίπλωμα ιατρικής, έστρεψε γρήγορα τα ενδιαφέροντά του προς τη φυσική, τη φιλοσοφία και την πειραματική ψυχολογία και το 1834 κατέλαβε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”